Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2013

Οι παιδικές χαρές



Η ομίχλη σκέπαζε βαριά την παλιά πόλη. Ακουμπούσε την σκόνη αιώνων μαζί και τα ίχνη όσων κάποτε περπάτησαν στους δρόμους της. Που και που έριχνα κλεφτές ματιές πίσω μας κοιτώντας και τα δικά μας ίχνη να χάνονται μέσα της. Κράτησα το χέρι σου πιο σφιχτά. Πασχίζαμε να ανασάνουμε από το πυκνό γεμάτο υγρασία νυχτερινό αέρα.

Μέσα στο σκοτάδι φάνηκαν μερικές κούνιες που αιωρούνταν δίχως σχοινιά, μια τραμπάλα με χαμένη ισορροπία και ένας μύλος χωρίς πυξίδα. Μια παιδική χαρά, χωρίς παιδιά και χωρίς χαρά. Βυθισμένη στην ομίχλη και την νεκρική σιγή πάλευε μάταια να μείνει ανάμεσα στους ζωντανούς.

Δεν μιλήσαμε για αρκετή ώρα κοιτώντας το δράμα να εξελίσσεται μπροστά μας. Άφησες το χέρι μου, και έπιασες το άλλο χέρι σου φέρνοντας και τα δύο ανάμεσα στα γόνατά σου. Σε κοίταξα για λίγο και έπειτα γύρισα και πάλι το βλέμμα μου στη σκηνή. Δεν μου πήρε πολύ ώρα για να βρω τη δύναμη να την περιγράψω. 

"Βλέπεις την παιδική χαρά πως είναι έρημη μέσα στο σκοτάδι, χαμένη στην ομίχλη ; 
Πως πασχίζει να κρατηθεί από τα γέλια και τις χαρές των παιδιών που τώρα ονειρεύονται στα κρεβάτια τους;

Τι είναι αλήθεια οι παιδικές χαρές δίχως τα παιδιά; Τί είναι δίχως τα γέλια και τις φωνές τους, δίχως τη χαρά; Η σιωπή σκουριάζει πάνω στους σιδερένιους σκελετούς τους." 

Γύρισα πάλι το βλέμμα μου σε σένα. Το κεφάλι σου σκυφτό και τα μάτια σου να κοιτούν το χώμα. Αμίλητη....

"Δεν θα γίνω η παιδική χαρά κανενός, μ'ακούς; Την ημέρα γέλια και φωνές αλλά μόλις πέσει η νύχτα, σιωπή και μοναξιά. Οι παιδικές χαρές τις νύχτες δεν διαφέρουν σε τίποτα από τα νεκροταφεία....

Μ'ακούς ;;;"





Τετάρτη 28 Αυγούστου 2013

Αναχώρηση


Νύχτα...

ανασαίνω βαθιά. Τρέχω στους άδειους δρόμους. Υπάρχει η μουσική στο μυαλό μου που δίνει ρυθμό. Η καμένη άσφαλτος μοιάζει με ένα σκοτεινό ποτάμι που το καταπίνει η δίνη του χρόνου. Μυρίζω τη σκόνη που άφησαν όσα έφυγαν. Υπάρχει κι ένα δικό σου ομοίωμα εκεί που περιμένει να ξεχαστεί. Στη βιτρίνα τα χαμόγελα πάγωσαν και οι φωτογραφίες ξερνούν το χρώμα τους πάνω σε φτηνό σατέν. Δεν είναι κάτι που θα έπρεπε να με κάνει να ανησυχώ, είναι μόνο μερικές σταγόνες μνήμης που εξατμίζονται για να δροσίσουν τη σκέψη μου.
...
Ανοίγω τα μάτια και είμαι ακόμα στο όνειρο. Κάνω το πρώτο διστακτικό βήμα κι έπειτα το δεύτερο. Το κενό που πάντα φοβόμουν δεν είναι εκεί. Κοιτάζω πίσω για μία ακόμα φορά αλλά τώρα δεν θέλω να αλλάξω γνώμη. 
...
Αυτό το εισιτήριο δεν έχει επιστροφή...

Δευτέρα 26 Αυγούστου 2013

Το τέλος του δρόμου


Θα βγούμε ξανά στους δρόμους όπως τότε που ήμασταν παιδιά. Οι φωνές και τα γέλια μας θα σπάνε πάνω στα μάρμαρα της άδειας πλατείας. Η γριά γειτόνισσα θα βρίζει τραβώντας με δύναμη τα παντζούρια... Αυγουστιάτικο πορτοκαλί απόγεμα... Εσύ θα σκουπίζεις τα λερωμένα γόνατά σου και το ματωμένο λουλουδένιο φουστάνι που σου έκανε δώρο εκείνος ο πλανόδιος ντελάλης, ενώ εγώ, θα κρυφοκοιτάζω το λευκό σου δέρμα που δεν τόλμαγα ούτε να σκεφτώ.

-"Κοίτα..." μου είπες και έδειξες τον πύρινο δίσκο να βυθίζεται πίσω από τις σκιές των βουνών. 
-"Θέλω να με πας εκεί και ας χρειαστεί να περπατήσουμε πολύ..."

Κοίταξα το δάκτυλο σου μετά το χέρι σου, τον ώμο σου που ήταν κρυμμένος κάτω από τις ξανθές σου μπούκλες και έπειτα στάθηκα για λίγο στα μάτια σου. Ο δρόμος ήταν εκεί... Χαμογέλασα και έγνευσα καταφατικά με μια κίνηση του κεφαλιού μου. Τα βήματά μας γνωρίζουν τον δρόμο και εκείνος εμάς. 

Τα ξέραμε όλα από την αρχή, μαζί κι αυτή τη μικρή εκκρεμότητα που στέγνωσε απ'την αναμονή τόσων χρόνων. 

Έπρεπε απλά να περπατήσουμε την απόσταση που μας χώριζε από το τέλος.

Κυριακή 25 Αυγούστου 2013

Αντίο...


Υπάρχει μια απερίγραπτη χαρμολύπη στον ήχο από τα βήματα που κατεβαίνουν τις σκάλες μέσα στο σκοτάδι. Δεν είναι που τα "αντίο" έμειναν να κρέμονται πάνω στα δέντρα του δρόμου...Ιδανικοί αυτόχειρες που κλότσησαν τη ζωή τους και έμειναν μετέωρα για πάντα στον χρόνο. Είναι που μερικές φορές κοιτάς μέσα στα ρούχα που φοράς και βρίσκεις κάποιον άλλο να κρύβεται εκεί. Ξεκουμπώνεις το πουκάμισο και η ψυχή σου γλιστράει προς το μισάνοιχτο παράθυρο γυρεύοντας αυτό το χαμένο από καιρό. Οι εκπλήξεις είναι που δεν σ'αφήνουν να παραιτηθείς αλλά κι εκείνες νιώθουν δυσαρεστημένες και μάλλον αδιάφορες στην ξαφνική σου παρουσία. 

Δεν χρειάζεται να πεις κάτι...είναι όλα εδώ...το ξέρεις καλά αυτό...Αύριο πάλι θα μαζέψεις αυτή τη σάρκα, θα την ντύσεις και θα την παραγεμίσεις με ότι σου απέμεινε. Φόρα και το καλύτερο σου χαμόγελο, εκείνο που φιλάς καλά κρυμμένο στο κάτω συρτάρι. Χθες κάποιος περαστικός μάζεψε μια ξεχασμένη θλίψη από ένα παγκάκι στο δρόμο. Δεν τον ξαναείδαν από τότε. 

Να προσέχεις...

Παρασκευή 23 Αυγούστου 2013

Η ψυχή και ο χρόνος


-Μητέρα, τί είναι χρόνος;
-Βλέπεις το παλιό ρολόι στον τοίχο; Αυτό είναι ο χρόνος.
-Μητέρα, πάντα με φόβιζε αυτό το παλιό ρολόι
-Είσαι παιδί ακόμα. Άσε τον φόβο να τον φέρουνε σιγά-σιγά τα χρόνια.
-Μητέρα, και όταν τα χρόνια φέρουνε τον φόβο, εγώ τι θα πρέπει να κάνω;
-Να έχεις ακόμα την ψυχή ενός μικρού παιδιού...

Τετάρτη 21 Αυγούστου 2013

Δοκιμαστική πτήση


Τον θυμάμαι κάτι νύχτες χωρίς φεγγάρι να πηδά πάνω στη μισογκρεμισμένη μάντρα. Στεκόταν όρθιος πιο πάνω από τον κόσμο τούτο, μετρούσε με το βλέμμα του ένα-ένα τα εμπόδια και μετά τίναζε τις μεγάλες του φτερούγες. 

Αφηνόταν στο πρώτο νυχτερινό αεράκι να τον παρασύρει στην μόνη απόλαυση που είχε γνωρίσει. Άγγιζε παιχνιδιάρικα τα ηλεκτρικά καλώδια με τις άκρες των φτερών του και χάιδευε τις κορφές των δένδρων καθώς εκείνες έσκυβαν στο πέρασμα του. Άλλοτε στεκόταν να ξαποστάσει σε μισόκλειστα παράθυρα χλωμών κοριτσιών ή στα σκαλοπάτια κάποιας κλειδωμένης εκκλησίας. 

Σε ένα από τα τόσα νυχτερινά ταξίδια του καθώς πετούσε πάνω από τα μνήματα είδε -λέει- τις μικρές φλόγες να κόβονται με μιας από τη ρίζα τους και να ανεβαίνουν όλες μαζί στον ουρανό. Τις ακολούθησε μέχρι που πια δεν ξεχώριζαν απ' τα αστέρια.

Και κάπως έτσι περάσαν οι μέρες, οι μήνες, τα χρόνια. Έχω πια να τον δω καιρό. Η μισογκρεμισμένη μάντρα έπεσε με πάταγο μια νύχτα. Εργάτες με λερωμένες φόρμες. βρίζοντας δυνατά σε γλώσσα άγνωστη, καθάρισαν τον δρόμο και στη θέση της έβαλαν ένα κάδο σκουπιδιών. Στη γειτονιά λίγοι μιλούσαν μα μια τρελή γιαγιά ακούστηκε να λέει πως μες στα συντρίμμια βρήκαν δύο σπασμένες πελώριες φτερούγες. Χαμογέλασα και έκλεισα πίσω μου την πόρτα. Είχα κι εγώ ένα μυστικό. Την μάντρα εκείνος την γκρέμισε αλλιώς θα γκρεμίζονταν μαζί της. Έπειτα αφού με κοίταξε με αυτό το βλέμμα που θύμιζε παιδί, πέταξε προς τον ουρανό και έφτιαξε τη φωλιά του ανάμεσα στα αστέρια.

Παρασκευή 16 Αυγούστου 2013

Υπάρχω


Και είναι ένα ακόμα πράγμα που δεν έπαψε να υπάρχει. Το ανακάλυψα κι αυτό όπως τόσα άλλα σιγά -σίγα... πάλι απ' την αρχή. Τα βρίσκω σχεδόν όλα εκεί που τα άφησα πριν χρόνια. Αυτό το διέκρινα από τη στίλβη του ένα βράδυ με αέρα. Ανέτειλε αργά στον σκοτεινό ουρανό και με την άκρη του ματιού μου είδα να τρεμοπαίζει το φως του. Με μια κίνηση του χεριού μου τίναξα λίγο από την σκόνη που το σκέπαζε. Δεν είναι ακριβώς ένα αστέρι....είναι όμως κάτι που μου το θυμίζει.

Καλή αντάμωση...
 

Αστερoσκονη © 2008. Chaotic Soul :: Converted by Randomness