Παρασκευή 23 Αυγούστου 2013

Η ψυχή και ο χρόνος


-Μητέρα, τί είναι χρόνος;
-Βλέπεις το παλιό ρολόι στον τοίχο; Αυτό είναι ο χρόνος.
-Μητέρα, πάντα με φόβιζε αυτό το παλιό ρολόι
-Είσαι παιδί ακόμα. Άσε τον φόβο να τον φέρουνε σιγά-σιγά τα χρόνια.
-Μητέρα, και όταν τα χρόνια φέρουνε τον φόβο, εγώ τι θα πρέπει να κάνω;
-Να έχεις ακόμα την ψυχή ενός μικρού παιδιού...

Τετάρτη 21 Αυγούστου 2013

Δοκιμαστική πτήση


Τον θυμάμαι κάτι νύχτες χωρίς φεγγάρι να πηδά πάνω στη μισογκρεμισμένη μάντρα. Στεκόταν όρθιος πιο πάνω από τον κόσμο τούτο, μετρούσε με το βλέμμα του ένα-ένα τα εμπόδια και μετά τίναζε τις μεγάλες του φτερούγες. 

Αφηνόταν στο πρώτο νυχτερινό αεράκι να τον παρασύρει στην μόνη απόλαυση που είχε γνωρίσει. Άγγιζε παιχνιδιάρικα τα ηλεκτρικά καλώδια με τις άκρες των φτερών του και χάιδευε τις κορφές των δένδρων καθώς εκείνες έσκυβαν στο πέρασμα του. Άλλοτε στεκόταν να ξαποστάσει σε μισόκλειστα παράθυρα χλωμών κοριτσιών ή στα σκαλοπάτια κάποιας κλειδωμένης εκκλησίας. 

Σε ένα από τα τόσα νυχτερινά ταξίδια του καθώς πετούσε πάνω από τα μνήματα είδε -λέει- τις μικρές φλόγες να κόβονται με μιας από τη ρίζα τους και να ανεβαίνουν όλες μαζί στον ουρανό. Τις ακολούθησε μέχρι που πια δεν ξεχώριζαν απ' τα αστέρια.

Και κάπως έτσι περάσαν οι μέρες, οι μήνες, τα χρόνια. Έχω πια να τον δω καιρό. Η μισογκρεμισμένη μάντρα έπεσε με πάταγο μια νύχτα. Εργάτες με λερωμένες φόρμες. βρίζοντας δυνατά σε γλώσσα άγνωστη, καθάρισαν τον δρόμο και στη θέση της έβαλαν ένα κάδο σκουπιδιών. Στη γειτονιά λίγοι μιλούσαν μα μια τρελή γιαγιά ακούστηκε να λέει πως μες στα συντρίμμια βρήκαν δύο σπασμένες πελώριες φτερούγες. Χαμογέλασα και έκλεισα πίσω μου την πόρτα. Είχα κι εγώ ένα μυστικό. Την μάντρα εκείνος την γκρέμισε αλλιώς θα γκρεμίζονταν μαζί της. Έπειτα αφού με κοίταξε με αυτό το βλέμμα που θύμιζε παιδί, πέταξε προς τον ουρανό και έφτιαξε τη φωλιά του ανάμεσα στα αστέρια.
 

Αστερoσκονη © 2008. Chaotic Soul :: Converted by Randomness